14.7.12




Ένα αναβράζον κάτι



 Έχασες πάλι την ευκαιρία σου. Κανείς δεν σε σέβεται πλέον. Νομίζουν όλοι πως είσαι καμμένος, εντελώς καμμένος. Δεν γουστάρεις να τους παρακαλάς βέβαια. Σήμερα βρέχει (μπορεί και να μην βρέχει βέβαια και απλά εσύ να νομίζεις πως βρέχει αλλά πως είναι δυνατόν αφού βρέχεσαι) και όλοι φοράνε καλοκαιρινά ρούχα γιατί κάνει ζέστη αλλά εσύ δεν φοράς καλοκαιρινά ρούχα γιατί μέσα στη καρδιά σου κάνει κρύο και αυτό το κρύο μεταδίδεται και στο υπόλοιπο σώμα σου ή κάτι τέτοιο, υποθέτεις, Πάντα είσαι in between, δηλαδή πάντα είσαι ανάμεσα σε δύο κόσμους, σε τρεις κόσμους ίσως και σε περισσότερους, ανάλογα τι μέρα είναι και επίσης σκέφτεσαι πως αυτή είναι ίσως η αιτία που είσαι όπως είσαι και κανείς δεν σε έχει ψηλά σε εκτίμηση κλπ. Φυσικά εσύ δεν δίνεις δυάρα για το τι πιστεύουν οι άλλοι αλλά τις νύχτες που πέφτεις να κοιμηθείς κάτι έχει μείνει ατελείωτο και ανικανοποίητο σαν μισοπεθαμένο σκιουράκι μέσα στα δόντια της αλεπούς και σκέφτεσαι γιατί να είσαι ένα γαμημένο αδύναμο σκιουράκι και όχι μία τρομερή λευκή τίγρης ή κάτι τέτοιο άγριο και υπο εξαφάνιση. Προχτές έκανες το λάθος να κάνεις το λάθος να μιλήσεις σε κάποιον θηλυκού γέννους και έκανες το λάθος να κάνεις το λάθος να τη ρωτήσεις εαν θα έπρεπε να την αγγίξεις ή κάτι τέτοιο γιατί πραγματικά δεν ήξερες τι έπρεπε να κάνεις και εκείνη σου είπε πως όχι αλλά δεν μπόρεσες να συνθέσεις στο μυαλό σου την απάντηση της και απλά έμεινες να κοιτάς τα χέρια σου χωρίς να ξέρεις σε πιο σημείο του σώματος σου πήγαινε το όχι της. Φυσικά εσύ δεν δίνεις πολύ σημασία σε τέτοια πράγματα και εύχεσαι να είχες την έκτη αίσθηση να είχες καταλάβει το λάθος σου και να μην είχες ρωτήσει κανέναν κανένα αναθεματισμένο πράγμα αλλά ήξερες πως δεν είχες νευριάσει πραγματικά, όπως ας πούμε νευριάζουν οι παλαιστές ή οι τηλεπαρουσιαστές ή οι ποδοσφαιριστές και γι' αυτό και μόνο το λόγο θέλεις κάποιον/κάποια να σου τρίψει με μανία μία πίτσα πεπερόνι-μανιτάρια στη μούρη. Έβαλες στα αυτιά σου τα ακουστικά του μικρού κομματιού τεχνολογίας (αυτή η φράση είναι μία από τις αιτίες που όλοι σε κοροϊδεύουν πίσω από τη πλάτη σου) που κουβαλάς στην τσέπη σου και άρχισες να ακούς κάτι που έλεγε για ένα Κάσπερ και κάτι αλήτες και πρέπει να ήταν από μία ταινία που είχες δει παλιά σε βιντεοκασέτα και μάλιστα την είχες κλέψει από ένα φίλο σου που τώρα πια δεν ήταν φίλος σου. Προχώρησες λίγο παραπέρα και σκέφτηκες να ρίξεις μία μπουνιά σε ένα στήλο της ΔΕΗ. Δεν το έκανες γιατί φυσικά και είχες εμπειρία από τέτοιες μπουνιές πάνω σε πιο σκληρές από το χέρι σου επιφάνειες και ήξερες πως πιθανότατα θα έσπαγες ή θα ράγιζες το κόκαλο του χεριού σου. Έμεινες να κοιτάς το τσιμέντο ακίνητος. Μετά από λίγο έφυγες και ήταν σαν να ξαναγεννήθηκες, σαν να έλιωσες μέσα σε ένα ποτήρι νερό που μέσα του περιείχε τον κόσμο σου και εσύ απλά ήσουν ένα αναβράζον κάτι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου