27.9.12




 Εξωγήινοι



Μύριζε καπνό όλος ο χώρος. Κοιτούσε πλαγίως σαν κογιότ να δει αν κάποιος τον κοιτούσε. Κάποιος του ζήτησε δύο πράγματα. Εκείνος του τα έδωσε και μετά έβρισε. Έκατσε στον γκρίζο καναπέ που ήταν πλέον μαύρος από την πολυκαιρία και την υπερβολική χρήση. Βγήκε έξω και μύρισε το γιασεμί. Άναψε ένα τσιγάρο και η μυρωδιά του καπνού ανακατεύτηκε με τη μυρωδιά της εξοχής. Ακούστηκε μία στριγκλιά γυναίκας από μακρυά. Μετά ακούστηκαν γέλια. Σκέφτηκε πως μισεί τον περισσότερο κόσμο. Μετά σκέφτηκε πως δεν τον μισεί, απλώς αδιαφορεί για τον περισσότερο κόσμο και για τα περισσότερα γεγονότα που συμβαίνουν. Μετά σκέφτηκε πως δεν ήταν ικανοποιημένος με αυτή την εξήγηση. Ένα τεράστιο λεωφορείο έφτασε και τα σωθικά του τραντάχτηκαν από τον θόρυβο που έκανε η εξάτμιση. Πέταξε κάτω το τσιγάρο στο πετρόχτιστο. Το πάτησε δύο φορές με το χιλιοβαμμένο παπούτσι του. Τα φρένα του λεωφορείου έκαναν θόρυβο. Σκέφτηκε "κώλος μωρού γεμάτος πούδρα" και μετά μπήκε πάλι μέσα. Η ώρα ήταν 06:04. Δεν έκανε πολύ κρύο. Ευχήθηκε να ερχόντουσαν μερικοί εξωγήινοι και να τον έπαιρναν αιχμάλωτο και να του έκαναν πειράματα  και τελικά να ανακάλυπταν τι δούλευε λάθος μέσα του. Σκέφτηκε "σπίτι" και "πράσινο δέντρο" και "μαλάκας". Το παντελόνι του ήθελε πλύσιμο, ήταν νύχτα και δεν φαινόταν ευτυχώς. Μετά έφυγε το λεωφορείο και δεν ακουγόταν τίποτα, μόνο οι τρίχες στο σώμα του που μεγαλώνανε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου