2.3.13







φωτό: Ron Jeremy


Η ζωή μας μια τσόντα


    Το μόνο που ήθελε ήταν να έχει μία σταθερή δουλειά, αξιοπρεπής, που να μπορεί να την κάνει και να μην καταριέται την ώρα και την στιγμή που επέλεξε να την κάνει.
    Φυσικά αυτό είναι σχεδόν αδύνατον στην εποχή που ζούμε.
    Δεν γίνεται να διαλέγεις τις δουλειές. Οι δουλειές σε διαλέγουν, θέλεις δεν θέλεις. Στην ουσία δεν είχες ποτέ επιλογή. Είσαι ένα ζόμπι της δουλειάς.
    Ο Σπιντόλας ήτανε ένα τέτοιο ζόμπι. Σπιντόλα τον φωνάζανε οι φίλοι του και οι γνωστοί του. Νομίζω ακόμα και η οικογένεια του Σπιντόλα τον φώναζε. Όλοι είχανε ξεχάσει πως τον λένε στην πραγματικότητα. Παίζει να είχει ξεχάσει και ο ίδιος.
    Ο Σπιντόλας ήτανε μεροκαματιάρης. Είχε σπουδάσει εκεί πέρα σε ένα πανεπιστήμιο κάποτε, πριν από εκατό χρόνια να πούμε, αλλά ποτέ δεν του είχε χρησιμεύσει το γαμήδι το πτυχίο πουθενά. Είχε σπουδάσει λέει κάτι με αντοχή υλικών, επιστήμη υλικών, μία τέτοια πίπα, ούτε και ο ίδιος θυμόταν να σου πει τον τίτλο.
    Είχε κάτι λεφτά στην άκρη. Γύρω στα τρία χιλιάρικα. Ο Σπιντόλας είχε ένα φίλο, πολύ κολλητό φίλο, το Μίλτο, ο οποίος ήτανε σκηνοθέτης και ήτανε και πολύ μουρλός με τις ταινίες γενικά κι έτσι. Τον έψηνε λοιπόν ο Μίλτος να του δώσει ο Σπιντόλας τα λεφτά του και να γυρίσουνε μία τσόντα για για βγάλουνε λεφτά. Ο Μίλτος είχε κοννέ με κάτι Τσέχες που είχανε έρθει από το καλοκαίρι και είχανε ξεμείνει στο Ηράκλειο και οι Τσέχες ψηνόντουσαν να παίξουν στην τσόντα ανοιχτά με την προοπτική να πληρωθούνε αδρά.
    Τέλος πάντων, με τα πολλά, ο Μίλτος τον έψησε να πούμε το Σπιντολάκο και αρχίσανε να κάνουνε τις προετοιμασίες για την ταινία, το ερωτικό φλικ, όπως την έλεγε ο Μίλτος.
    «Μαλάκα Σπίντ, θα την πουλήσω εγώ μετά στη Sirina ρε και θα βγάλουμε καλό μεροκάματο, μπορεί να μας βγει και κανά δεκάρικο ο καθένας, δηλαδή καλά φράγκα» έλεγε ο Μίλτος που ήθελε ο κακομοίρης κι αυτός να ξελασπώσει γιατί χρώσταγε από κάτι άλλα πρότζεκτ του που είχανε πατώσει και είχε πάρει και δάνειο από την τράπεζα και ήτανε στο αμήν και στο τσακ να πάει να φουντάρει από το Κούλε.
    «Ρε συ Μίλτο, νταξ ωραία όλα, όλα καλά, αλλά εγώ ρε μαλάκα δεν κάνω για το ρόλο ρε, δεν έχω, πως το λένε, τα προσόντα ρε παιδί μου, ξέρεις» έλεγε ο Σπιντόλας.
    «Υπάρχουνε τρόποι ρε συ, για το πουλί σου ρε θα το κανονίσουμε ρε, ξέρω ένα ειδικό που κάνει θαύματα, είχε κάνει δουλειά και στον Ron Jeremy ρε σου λέω, ο προσωπικός του γιατρός να πούμε ήτανε» είπε ο Μίλτος γεμάτος περηφάνεια.
    «Ναι ρε μαλάκα αλλά με φοβίζει λίγο ρε, δηλαδή να μου τρομπάρουνε το πουλί μου ρε;» είπε ο Σπιντόλας.
    «Δεν είναι μόνιμο, μετά από λίγες ώρα επανέρχεται ρε» είπε ο Μίλτος.
    Η μεγάλη μέρα ήρθε που όλα ήταν έτοιμα για το γύρισμα.
    «Πως θα τη λέμε την ταινία;» είπε ο Σπιντόλας.
    «Οι Ερωτικές Περιπέτειες Ενός Λούμπεν» είπε ο Μίλτος και άναψε ένα πούρο γελώντας.
    «Καλά ρε μαλάκα με κόβεις εμένα για λουμπενιάρη;» είπε ειρωνικά ο Σπιντόλας και γελάσανε σαν ύαινες.
    Οι Τσέχες ήταν έτοιμες. Τη μία την λέγανε Γιάννα και την άλλη Λιούμπα. Ήτανε και οι δύο μουνάρες με τα όλα τους. Το καλοκαίρι δουλεύανε σαν rep σε κάτι ξενοδοχεία στη Χερσόνησο. Καλές κοπέλες και ξηγημένες πάνω απ’ όλα.
    Το μόνο πρόβλημα ήτανε ο χώρος. Ο Μίλτος επέμενε πως ο χώρος έπρεπε να είναι πολύ παρακμιακός και λούμπεν. Μετά από πολλά συμβούλια αποφασίστηκε πως το εσωτερικό γύρισμα θα γινόταν στην Κατάληψη του ΠΙΚΠΑ δίπλα από το ξενοδοχείο Ατλαντίς πίσω από την Αστόρια. Οι οργανωμένοι αναρχικοί που είχαν την κατάληψη συμφώνησαν να γίνει εκεί το γύρισμα αρκεί μόνο να μην υπάρχει τίποτα το πολιτικό στην ταινία και να μην φαίνεται το όνομα της κατάληψης πουθενά. Ο Μίλτος τους έδωσε και 500 ευρώ και έτσι την έβγαλε και φτηνά σχετικά.
    Ο Σπιντόλα θα συνπρωταγωνιστούσε μαζί με έναν Αλβανό τον Φρέντυ που όλοι τον φωνάζανε και Ατελείωτο γιατί το πέος του ήτανε τεράστιο αλλά ο τύπος ήτανε τρομερή ψυχούλα και καλός στη δουλειά του.
    Ένα ωραίο πρωί λοιπόν ο Σπιντόλας, ο Φρέντυ ο Ατελείωτος, τα κορίτσια Γιάννα και Λιούμπα μαζί με το σκηνοθέτη-παραγωγό Μίλτο και δυο άλλους παρατρεχάμενους που ήτανε για τα φώτα και το χαμαλήκι, ξεκινήσανε να πάνε στην Κατάληψη του ΠΙΚΠΑ για να αρχίσουν τα γυρίσματα της τσόντας που θα τους ξελάσπωνε (υποτίθεται) όλους.
    Όλα ήτανε έτοιμα μέσα στο χώρο του ΠΙΚΠΑ, κρεβάτι, σκηνικά, φώτα, κάμερα, μικρόφωνο κλπ.
    Ο ειδικός γιατρός για την μεγένθυση πέους του Σπιντόλα ήτανε ένας τύπος με μακρύ μούσι και μαλλί που έμοιαζε με Ινδό γκουρού. Ο τύπος αυτός κρατούσε ένα χαρτοφύλακα και μέσα είχε κάτι χάπια και ένα μαραφέτι που έμοιαζε με τρόμπα.
    Τα κορίτσια έκαναν ζέσταμα γλύφωντας η μία την άλλη στο μεγάλο κρεβάτι. Δεν υπήρχε και πολύ στόρυ στη τσόντα. Απλά σε μία φάση έμπαιναν μέσα ο Σπιντόλας με τον Φρέντυ τον Ατελείωτο και γινόταν της γαμιόλας, όπως γίνεται στα περισσότερα πορνό.
    Ο Φρέντυ ο Ατελείωτος έπινε φραπέ και κάπνιζε σε μία γωνία με το σώβρακο.
    Ο Μίλτος τραβούσε τα κορίτσια που έκαναν λεσβιακό με την κάμερα και οι παρατρεχάμενοι κρατούσαν το μικρόφωνο και τα φώτα.
    «Με λένε Κούκι και είμαι αυτός που θα σε βοηθήσει να μεγαλώσεις το πέος σου» είπε ο τύπος με το μούσι, ο και καλά γιατρός που είχε κουράρει και τον διάσημο Ron Jeremy. Το στόμα του βρωμούσε σκόρδο και τα δόντια του έμοιαζαν να μην έχουν πλυθεί ποτέ.
    «Έλα να σου πω Κούκι, δεν θέλω να πάθω καμιά ζημιά μαλάκα ε, καμιά ελεφαντίαση να πούμε να κάθομαι πάνω στ’ αρχίδια μου ε;» είπε ο Σπιντόλας.
    «Όχι κύριε Σπιντόλα, μην ανησυχείτε, όλα θα πάνε καλά, θα σας δώσω και ένα μπλε χαπάκι για να είστε και πιο άνετος με τα κορίτσια» είπε ο Κούκι και έκλεισε το μάτι στον Σπιντόλα.
    «Έλα να σου πω Κούκι, δεν γουστάρω φάρμακα και μαλακίες έτσι, εγώ είμαι ντούρος ρε συ και χωρίς χαπάκια να πούμε χαλαρά» είπε ο Σπιντόλας.
    Ο Μίλτος το συζήτησε μυστικά με τον Κούκι γιατί είχε ακούσει την κουβέντα τους και αποφάσισαν πως θα του έβαζαν στα κρυφά χαπάκι διαλυμένο στο νερό και ότι γινόταν. Δεν ήταν σίγουροι πως θα πιάσει. Ο Μίλτος φοβόταν για την παραγωγή, μην πάει και δεν καβλώσει ο Σπιντόλας και πάνε όλα χαμένα, δηλαδή η μισή ταινία, μιας και στην άλλη μισή ήτανε ο Φρέντυ ο Ατελείωτος που έπαιρνε απ’ όλα, βιάγκρα, ψευδοφαινόλες, μαριντάν, ντουμπλικόρ, κοκαϊνη και ότι άλλο γουστάρεις.  Δεν καταλάβαινε τίποτα ο Αλβανός. Όλα για το μεροκάματο, έτσι έλεγε.
    Ο Κούκι του έδειξε πως να τρομπάρει το πέος του ο Σπιντόλας. Πήγε στην τουαλέτα και το τρόμπαρε για κανά μισάωρο μέχρι να γυρίσει τη δική του σκηνή ο Φρέντυ με τη Λιούμπα. Μετά είχε σειρά ο Σπιντόλας με τη Γιάννα και μετά θα κάνανε παρτούζα όλοι μαζί και κάπου εκεί θα τελείωνε το πράγμα. Δηλαδή σύνολο θα είχαμε τρία χυσήματα, όπως έλεγε και ο Μίλτος ο ειδικός ο σκηνοθέτης, μόνο που το τελευταίο θα ήτανε και μαζικό και θα γινόταν της μουρλής. Είχανε προμηθευτεί και ειδικές κρέμες που μοιάζανε για σπέρμα έτσι ώστε όταν κάνανε cut να φαινότανε πως ο Φρέντυ ο Ατελείωτος και ο Σπιντόλας χύνανε τεράστιες ποσότητες σπέρματος παντού με τους κουβάδες.
    Ήταν καλή παραγωγή, όχι μαλακίες.
    Ο Σπιντόλας βγήκε από την τουαλέτα και το πέος του έμοιαζε με ένα μικρό μπλε χέρι ανάμεσα από τα πόδια του. Ήταν τεράστιο. Ο Σπιντόλας έκλαιγε και σάλια έτρεχαν από το στόμα του.
    «Τι έπαθες ρε μαλάκα;» ρώτησε ο Μίλτος.
    «Θα σας γαμήσω ρε μουνιά, κοίτα πως έγινε ρε!» είπε ο Σπιντόλας και κοίταξε το πέος του με αηδία.
    Έμοιαζε να είναι τουμπανιασμένο και μπλε μαρέν.
    «Μην ανυσηχείς, έτσι γίνεται με την τρόμπα» είπε ο Κούκι κάπως αβέβαιος.
    Ο Σπιντόλας ήτανε απαρηγόρητος. Άρχισε να χτυπάει τον Κούκι με το τεράστιο μπλε εργαλείο του στα πλευρά. Ο Κούκι έπεσε κάτω και καλύψε το κεφάλι του. Γινόταν της πουτάνας το κάγκελο. Η κάμερα έπεσε και έσπασε. Ο Φρέντυ ο Ατελείωτος άφησε την σκηνή με την Λιούμπα και πήγε να χωρίσει τον Μίλτο που έπαιζε μπουνιές με τον Σπιντόλα και την τεράστια ψωλή του. Τα κορίτσια στρίγγλιζαν από αγωνία γιατί δεν ήξεραν τι άλλο να κάνουν. Οι δύο παρατρεχάμενοι είχαν μπει κι εκείνοι στον καυγά και προσπαθούσαν να χωρίσουν τον Φρέντυ τον Ατελείωτο που τώρα έπαιζε μπουνιές με τον Μίλτο.
    Κάπου εκεί ήταν που μπήκαν μέσα οι μπάτσοι και σπάσανε την πόρτα του ΠΙΚΠΑ.
    Έγινε χαμός στην κυριολεξία.
    Ο Σπιντόλας έτρεχε πανικόβλητος με την τεράστια μπλε ψωλή του, οι ματατζήδες τον χτυπούσαν παντού με τα γκλοπ, ο Μίλτος πετούσε στους μπάτσους την κάμερα, τα φώτα και το μικρόφωνο και πήγε να πηδήξει από ένα παράθυρο για να γλιτώσει αλλά τελικά τον μπαγλαρώσανε απέξω κάτι ασφαλίτες, τα κορίτσια τρέχανε πάνω κάτω και προσπαθούσαν να μαζέψουν τα βυζιά τους και τα ουρλιαχτά τους, οι παρατρεχάμενοι είχαν σηκώσει ψηλά τα χέρια και είχαν παραδοθεί, ο Κούκι έκλαιγε στο πάτωμα και τις έτρωγε από έναν χοντρό ματατζή γιατί ο ματατζής ήταν εντελώς ηλίθιος και νόμιζε πως ο Κούκι, μιας και είχε μαλλιά και  μούσια, ήτανε ο εγκέφαλος της κατάληψης.
    Τελικά ο μόνος που κατάφερε και γλίτωσε από αυτό το μακελειό ήτανε ο Φρέντυ ο Ατελείωτος. Ο κωλόφαρδος την είχε γλiτώσει γιατί είχε αρπάξει τον κουβά με το ψεύτικο σπέρμα και το είχε πετάξει στα μούτρα του ματατζή που τον κυνηγούσε. Ο μπάτσος τυφλώθηκε αμέσως από το σαν γιαούρτι ψεύτικο σπέρμα και ο Φρέντυ ο Ατελείωτος την έκανε μουλωχτά από την πίσω πόρτα σαν κύριος. Βέβαια ήταν γυμνός αλλά αυτά ήτανε λεπτομέρειες για την περίπτωση του. Απλά άρχισε να τρέχει σαν μανιακός στο δρόμο.
    Απ’ ότι καταλαβαίνετε κι εσείς, η ταινία δεν έγινε ποτέ και ο Σπιντόλας βρέθηκε στα κρατητήρια μαζί με το Μίλτο, τα κορίτσια και τους δύο μαλάκες τους παρατρεχάμενους. Ο ένας από αυτούς είχε μέσον στην αστυνομία και τον αφήσανε. Οι υπόλοιποι κλαίγανε τη μοίρα τους όλη μέρα μέσα στο κελί μαζί με άλλους δέκα ποινικούς.
    Τελικά δεν τους απαγγέλθηκαν κατηγορίες και τους άφησαν ελεύθερους λόγω έλλειψης στοιχείων. Φυσικά η κατάληψη του ΠΙΚΠΑ έκλεισε και οι αναρχικοί δεν ξαναπάτησαν εκεί μέσα. Η επίσημη ανακοίνωση της αστυνομίας έλεγε πως το κτίριο προοριζόταν να γίνει κάτι σαν πολιτιστικό κέντρο νεολαίας του Δήμου. Πούτσες. Μέχρι σήμερα που μιλάμε, και έχουνε περάσει από τότε τρία χρόνια, δεν έχει γίνει τίποτα. Απλά το έχουνε σφραγισμένο και το τρώει η μαρμάγκα.
    Ο Σπιντόλας ανακάστηκε να ξαναγυρίσει πίσω στο εργοστάσιο ελαιολάδου όπου και δούλευε πιο παλιά. Οι οικονομίες του είχανε κάνει φτερά. Ο Μίλτος την έκανε για εξωτερικό με κάτι ψηλά που είχανε μείνει από τα λεφτά του Σπιντόλα μαζί με τις Τσέχες. Ο Φρέντυ ο Ατελείωτος δουλεύει οικοδομή και κάνει τον ηλεκτρολόγο όποτε παίζει δουλειά. Οι παρατρεχάμενοι δεν ξέρω τι απογίνανε. 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου