6.3.13




Οι φακές

Το παιχνίδι της τύχης συνεχίζεται.
Ο Τζίμης δεν ξέρει εαν το πρωί θα είναι
Αυτό που λέμε
Ζωντανός.
Μπορεί να πάθει ανακοπή
Και να πνιγεί μέσα στη λεκάνη
Κάνωντας πατητή στον εαυτό του
Αφού δεν μπορεί
Να αυτοπιπωθεί,
Πριν ακόμα κατουρήσει
Ή μετά που θα κατουρήσει.
Το παιχνίδι της τύχης
Συνεχίζεται
Και όλοι οι γείτονες
Ανησυχούν
Και ουρλιάζουν στα
Μούτρα σου
Ατάκες που κοπήκανε από ταινίες
Τρόμου β’ διαλογής.
Ο Τζίμης καρφωμένος στην γυριστή καρέκλα
Που τρίζει ρε πούστη πολύ,
Αναδιοργανώνει τον κόσμο του.
Δεν έχει να πληρώσει τη ΔΕΗ.
Η ΔΕΗ είναι μία πουτάνα του δρόμου
Με έρπη και χλαμύδια και βλενόρροια γεμάτη,
Περιμένει στην Πλαστήρα κάθε βράδυ,
λίγο πιο κάτω από το Κομμένο Μπεντένι,
Και είναι πολύ ακριβή και άσχημη και
Γριά.
Μας πως όμως θα βγάλουμε το χειμώνα;
Αναρωτιέται το δεξί ηχείο.
Που να ξέρω;
Λέει το αριστερό αυτί.
Σκατά.
Τα σοκάκια στο κέντρο είναι γεμάτα
Με ανθρώπους που σέρνονται
Και που δεν περπατάνε,
Και με σκατά που τα πατάμε
Κάθε μέρα
Κάθε νύχτα,
Και λέμε γούρι, γούρι
Γούρι στα μούτρα σου ρε,
Και μία φορά είχα βρει
Μία πλαστική κοντόκαννη
Καραμπίνα
Μέσα σε μία λίμνη
Φασολάδας
Στα σκουπίδια
Και την πήρα ο μαλάκας
Και την έκανα μπάνιο
Και μετά το έπαιζα μάγκας
Στα άλλα παιδάκια.
Τι ωραία που περνάμε στο νηπιαγωγείο!
Δεν μου λείπει καθόλου όμως,
Ειδικά,
Εκείνες οι φακές
Που βρωμούσανε παστίτσιο και
Εμετό
Και είχανε μέσα κομματάκια
Σπασμένα,
Lego και playmobil,
Ποτέ δεν τις έφαγα
Κι ας έκαναν καλό κι ας είχαν και σίδηρο
Χέστηκα,
Κωλοφακές,
Ούτε με φέτα είν’ ωραίες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου